λαμπρομοιρία

λαμπρομοιρία
λαμπρο-μοιρία, , in pl.,
A = λαμπραὶ μοῖραι (cf. λαμπρός IV), Cat.Cod.Astr.8(1).243, 8(4).207.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • λαμπρομοιρία — λαμπρομοιρίᾱ , λαμπρομοιρία fem nom/voc/acc dual λαμπρομοιρίᾱ , λαμπρομοιρία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπρομοιρίας — λαμπρομοιρίᾱς , λαμπρομοιρία fem acc pl λαμπρομοιρίᾱς , λαμπρομοιρία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπρομοιριῶν — λαμπρομοιρία fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”